Ακολουθώντας τις οδηγίες του Γιώργαρου Κυριακή απόγευμα ανεβήκαμε στην Ανωή να δούμε το τσιπουράδικο.
Μέσα στο καλύβι βρήκαμε τον Καμαρολοίλη τον Τελαμώνα και τον Στέλιο να «τσιπουρίζουν». Στη μέση ένα μεγάλο καζάνι έβραζε. Στο βάθος ήταν η τραπεζαρία .Την ώρα που φτάσαμε ήταν η ώρα του φαγητού. Οι τρεις τους απολάμβαναν το φαγητό που τους είχε μαγειρέψει η Ειρήνη και το οποίο γι΄αυτούς, δεν είχε να ζηλέψει τίποτε από γεύμα που σερβίρεται σε πανάκριβο χλιδάτο εστιατόριο. Εντύπωση μου έκανε το αυτοσχέδιο ανθοδοχείο που είχε στερεωθεί πάνω στο ξύλινο δοκάρι που κρατούσε τα ξύλα της καβελαριάς.
Στον τοίχο ένα μεγάλο ρολόι για να υπολογίζουν τις ώρες του βρασμού κι ένα ραδιόφωνο που περισσότερο ενοχλούσε παρά διασκέδαζε την χαρούμενη συντροφιά γιατί κανείς τους δεν το πρόσεχε. Η τρύπα στα κεραμίδια διευκόλυνε λίγο την έξοδο του καπνού ο οποίος είχε «μοσχοβολήσει» όλη την καλύβα. Από τον μακρύ σωλήνα του ρακοκάζανου έσταζε σιγά σιγά το τσίπουρο. Σ΄ένα από τους άλλους τοίχους της καλύβας ήταν στερεωμένος ένας πίνακας πάνω στον οποίο αυτοί που στο παρελθόν είχαν τσιπουρίσει έγραψαν τα ονόματα τους. Το εργαστήριο διέθετε και ημερολόγιο στο οποίο ο Τελαμώνας καταχωρούσε τις λεπτομέρειες κάθε «τσιπουρικής» περιόδου και οι επισκέπτες τις εντυπώσεις τους.
Μείναμε αρκετή ώρα μαζί τους. Μας είπαν και είδαμε αρκετά για το πιοτό που με τόσο κόπο, μεράκι και χαρά έφτιαχναν. Φύγαμε κρατώντας στα χέρια μας από ένα μπουκάλι κρασί του Καμαροκοίλη, με τα ρούχα μας να «ευωδιάζουν» καπνό , ήρεμοι από την «αύρα» της χαρούμενης συντροφιάς και τους ατμούς του τσίπουρου………………..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου